Ο αρχαιολογικός χώρος του Διμηνίου, είναι ένας από τους σημαντικότερους νεολιθικούς οικισμούς ενώ εδώ ίσως βρισκόταν και η αρχαία Ιωλκός.
Ο αρχαιολογικός χώρος του Διμηνίου, είναι ένας από τους σημαντικότερους νεολιθικούς οικισμούς ενώ εδώ ίσως βρισκόταν και η αρχαία Ιωλκός.
Ο αρχαιολογικός χώρος του Διμηνίου, είναι ένας από τους σημαντικότερους νεολιθικούς οικισμούς και βρίσκεται μόλις 3 χιλιόμετρα από τον Βόλο, στις βορειοδυτικές παρυφές του χωριού Διμήνι. Μάλιστα, τα πρόσφατα ανασκαφικά δεδομένα έχουν φέρει στο φως έναν σημαντικό μυκηναϊκό οικισμό, που για κάποιους μελετητές αποτελεί την αρχαία Ιωλκό.
Στον αρχαιολογικό χώρο του Διμηνίου έχει ανασκαφεί ένας οργανωμένος νεολιθικός οικισμός, που πρωτοκατοικήθηκε στις αρχές της 5ης χιλιετίας. Χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό στοιχείο του οικισμού αποτελούν οι έξι λιθόκτιστοι περίβολοι, οι οποίοι κατασκευάστηκαν γύρω από τον οικισμό κατά ζεύγη. Τα σπίτια του οικισμού, μεγάλα σε μέγεθος, αναπτύσσονται γύρω από την κεντρική αυλή ή στον χώρο που δημιουργείται ανάμεσα στους περίβολους.
Ο πρώτος ανασκαφέας του οικισμού, ο Χρ. Τσούντας υποστήριξε πως οι περίβολοι αυτοί είχαν καθαρά αμυντικό χαρακτήρα, προκειμένου να παρέχουν ασφάλεια στον οικισμό αλλά και στο κεντρικό μέγαρο-κατοικία του άρχοντα του οικισμού. Αργότερα, ο Γ. Χουρμουζιάδης ερμήνευσε τους περιβόλους ως χωροταξικά στοιχεία ενός τέλεια οργανωμένου αγροτικού οικισμού, που βασιζόταν σε μεικτή γεωργοκτηνοτροφική οικονομία.
Έτσι λοιπόν, ο χώρος είχε οργανωθεί σε τέσσερα οικιστικά σύνολα, καθένα από τα οποία περιελάμβανε ένα μεγάλο κτήριο, τους αποθηκευτικούς χώρους και τους χώρους εργασίας. Οι περίβολοι, συνεπώς, υποστήριζαν τα σπίτια του οικισμού και οργάνωναν τον διαθέσιμο ελεύθερο χώρο και δεν αποσκοπούσαν στην παροχή ασφάλειας στον οικισμό.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο κεραμικός κλίβανος που εντοπίστηκε, εύρημα εξαιρετικά σπάνιο για την νεολιθική περίοδο. Ο κλίβανος, σύμφωνα με τους μελετητές, ήταν σχεδόν κλειστός γεγονός που ευνοούσε τον έλεγχο της θερμοκρασίας και άρα την επίτευξη καλού ψησίματος των κεραμικών αγγείων και αντικειμένων. Η προετοιμασία του πηλού γινόταν χειρωνακτικά και όχι μηχανικά, αφού ο κεραμικός τροχός δεν είχε ακόμα εμφανισθεί.
Στην περιοχή που βρέθηκε ο κλίβανος έχει βρεθεί και ένας μεγάλος αριθμός οστράκων (κομμάτια δηλαδή αγγείων), γεγονός που ίσως φανερώνει την ύπαρξη μιας περιοχής, όπου μια οικογένεια ή μια ομάδα εξειδικευμένων τεχνιτών-αγγειοπλαστών δραστηριοποιούνταν.
Πολλά από τα διακοσμημένα αγγεία με εγχάρακτα ή γραπτά μοτίβα είναι εξαιρετικής κατασκευής και σύμφωνα με τους μελετητές, δείχνουν με έναν έμμεσο τρόπο την εξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης, αφού η τοποθέτηση τους στο χώρο του αγγείου υποδηλώνει την αντιληπτική ικανότητα και την κατανόηση της οργάνωσης του χώρου σε επίπεδα, δίνοντας έτσι την αίσθηση του βάθους χωρίς να περιορίζονται αποκλειστικά και μόνο στην δημιουργία ενός απλού ή απλοϊκού μοτίβου.
Ακόμα ένα ενδιαφέρον εύρημα αποτελεί η λεγόμενη Οικία Κ, μέσα στην οποία αποκαλύφθηκε ένας μεγάλος αριθμός πήλινων σφονδυλίων. Τα σφονδύλια χρησιμοποιούνταν για την επεξεργασία και κατεργασία του μαλλιού. Επίσης έχουν βρεθεί μεγάλες οστέινες βελόνες, που χρησιμοποιήθηκαν ως εργαλεία για το ράψιμο υφασμάτων και δερμάτων.
Κατά τις ανασκαφικές έρευνες, που πραγματοποιήθηκαν το 1977 και στη συνέχεια από την αρχαιολόγο Β. Αδρύμη-Σισμάνη, φάνηκε πως η κατοίκηση στο Διμήνι συνεχίστηκε και μέχρι το τέλος της Εποχής του Χαλκού. Σύμφωνα με τα ανασκαφικά ευρήματα, στα μέσα του 15ου αι. π.Χ. χτίστηκαν οι πρώτες μυκηναϊκές οικίες οι οποίες διαδέχτηκαν παλαιότερα μέγαρα της Μεσοελλαδικής περιόδου. Ένας φαρδύς δρόμος χώριζε τις οικίες μεταξύ τους και ο οικισμός καταλάμβανε μια έκταση μεγαλύτερη των 100 στρεμμάτων.
Στο 14ο και 13ο αι. π.Χ. η ο μυκηναϊκός οικισμός Διμηνίου οργανώθηκε και έφθασε στη μεγαλύτερη ακμή του, ενώ κατά τον 12ο αι. π.Χ. ο οικισμός καταστράφηκε και εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους του.
Ποιος δεν έχει αναρωτηθεί για το που βρισκόταν η Ιωλκός, η σημαντικότατη αυτή αρχαία πόλη της Θεσσαλίας, η πόλη του Ιάσονα, από όπου ξεκίνησε η Αργοναυτική εκστρατεία.
Παλαιότερα υπήρχε η πεποίθηση πως η Ιωλκός βρισκόταν στα Παλιά (στην περιοχή κοντά στο λιμάνι του Βόλου) και πως το λιμάνι της βρισκόταν στη θέση Πευκάκια.
Σήμερα, μετά από τα εντυπωσιακά ευρήματα που έχουν έρθει στο φως στον αρχαιολογικό χώρο του Διμηνίου, με την ανακάλυψη ενός σημαντικού μυκηναϊκού οικισμού, με ένα ανακτορικό συγκρότημα, που αποτελείται από δύο Μέγαρα, μια κεντρική αυλή, εργαστήρια και αποθηκευτικούς χώρους, στα νοτιοανατολικά του λόφου όπου έχουν εντοπιστεί τα νεολιθικά κατάλοιπα, τα δεδομένα έχουν αλλάξει.
Μέχρι στιγμής οι έρευνες έχουν επιβεβαιώσει την ύπαρξη ενός περιβόλου που περιέκλειε τα ανακτορικό συγκρότημα και το απομόνωνε μέσα στον οικισμό ενώ αν επιβεβαιωθεί και η πιθανολογούμενη ύπαρξη ενός δεύτερου περιβόλου, που ίσως ήταν οχυρωματικό τείχος τότε θα επιβεβαιωθεί οριστικά πως αυτός ο οικισμός αποτελούσε μια οχυρωμένη μυκηναϊκή πόλη αντίστοιχη με εκείνες που βρίσκονται και στην υπόλοιπη Ελλάδα (Μυκήνες, Τίρυνθα κλπ). Πιθανότατα την περίφημη Ιωλκό.
Ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο είναι η χρήση της Γραμμικής Β΄ γραφής, γεγονός που επιβεβαιώνεται από ευρήματα που ήρθαν στο φως κατά την ανασκαφή του ενός από τα δύο Μέγαρα (Μέγαρο Α), κάτι που δείχνει μεταξύ άλλων, και το διοικητικό χαρακτήρα του συγκροτήματος.
Εξαιρετικής σημασίας είναι και οι επιβλητικοί μυκηναϊκοί θολωτοί τάφοι, που βρέθηκαν στον οικισμό του Διμηνίου και αποδίδονται με βεβαιότητα πλέον, στους άνακτες της Ιωλκού. Ο αρχαιότερος τάφος είναι ο λεγόμενος «Λαμιόσπιτο», που βρίσκεται 300 μέτρα δυτικά του λόφου του νεολιθικού οικισμού και χρονολογείται στον 14ο αιώνα π.Χ. Στο εσωτερικό του, αν και συλημένο ήδη από την περίοδο της αρχαιότητας, βρέθηκαν κοσμήματα, ελεφάντινα αντικείμενα και χάλκινα όπλα, τα οποία εκτίθενται στο Εθνικό και Αρχαιολογικό Μουσείο.
Αξίζει να αναφέρουμε πως στο δάπεδο της θόλου βρέθηκαν δύο λαξεύματα, όπου είχαν τοποθετηθεί τέσσερα σκυλιά, που προφανώς συνόδευαν τον άνακτα στο κυνήγι. Ο συγκεκριμένος τάφος έχει αναστηλωθεί και είναι επισκέψιμος.
Ο δεύτερος θολωτός τάφος, γνωστός ως «Τούμπα», βρίσκεται στις δυτικές παρυφές του λόφου του νεολιθικού οικισμού, δεν διατηρείται σε τόσο καλή κατάσταση και δυστυχώς εντοπίστηκε συλημένος. Σώθηκαν μόνο μερικά τμήματα από χρυσά και γυάλινα κοσμήματα ενώ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εύρεση μιας ψηφίδας χρυσού περιδέραιου, η μήτρα κατασκευής της οποίας βρέθηκε στα εργαστήρια του Μεγάρου Α. Η κατασκευή του τοποθετείται στον 13ο αιώνα π.Χ.
Κατά τη διαμονή σας στην πόλη του Βόλου προγραμματίστε μια επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο του Διμηνίου και σε αυτόν στο Σέσκλο και συνδυάστε τις με μια περιήγηση στο Αθανασάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης, προκειμένου να θαυμάσετε από κοντά τα μοναδικά ευρήματα, που ήρθαν στο φως κατά τη διάρκεια των ανασκαφών.
Διεύθυνση: Διμήνι Μαγνησίας, Τ.Κ 38 500
Τηλέφωνο: 24210 85960
Ωράριο: Καθημερινά 8.30-15.30 (Τρίτη κλειστό)
Η πρόσβαση για ΑμεΑ είναι εφικτή σε κάποια σημεία του αρχαιολογικού χώρου.
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από http://odysseus.culture.gr/h/3/gh351.jsp?obj_id=2501 και από Αδρύμη-Σισμάνη Β., Ο μυκηναϊκός οικισμός Διμηνίου. 1977-1997, 20 χρόνια ανασκαφών, Βόλος 2013, Αδρύμη-Σισμάνη Β., «Η Μαγνησία στην Εποχή του Λίθου και στην Εποχή του Χαλκού», στο Ο Βόλος και η περιοχή του στην ιστορική τους διαδρομή, Βόλος 2004, 15-65.